- προτεταμένος
- προτείνωstretch out beforeperf part mp masc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προτείνομαι — 1 προτάθηκα βλ. πίν. 188 2 προτάθηκα, προτεταμένος βλ. πίν. 188 Σημειώσεις: προτείνομαι : η μτχ. προτεταμένος χρησιμοποιείται ως επίθετο (→ αυτός που εξέχει προς τα μπρος, π.χ. προτεταμένα ζυγωματκά) … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
προτενής — ές, Α [προτείνω] αυτός που εκτείνεται προς τα εμπρός, προτεταμένος (α. «κεράτων... ἀκρέμονες προτενεῑς», Οππ. β. «προτενές δόρυ χερσὶ μεμαρπώς», Απολλ. Ρόδ.) … Dictionary of Greek
στητός — ή, ό, Ν [στήνω] 1. όρθιος και ακίνητος, ευθυτενής, ντούρος 2. (για στήθος ή θώρακα) προτεταμένος, σφριγηλός 3. μτφ. καμαρωτός 4. το ουδ. ως ουσ. το στητό και στηστό είδος παιχνιδιού. επίρρ... στητά κατά τρόπο στητό … Dictionary of Greek
προμήκης, -ης, -ες — γεν. ους, αιτ. η, ουδ. πληθ. η, αυτός που εκτείνεται προς τα εμπρός, προτεταμένος, που προεξέχει, ο μακρουλός: Προμήκης μυελός (τμήμα του νωτιαίου μυελού) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)